φανερώς — φανερῶς, ΝΜΑ επίρρ. βλ. φανερός … Dictionary of Greek
φανερῶς — φανερός visible adverbial φανερός visible adverbial φανερόω make manifest pres ind act 2nd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φανερός — ή, ό / φανερός, ά, όν, ΝΜΑ, και θηλ. και ός, και φανειρός, ά, όν, Α 1. αυτός που φαίνεται, ορατός, εμφανής, ευδιάκριτος (α. «φανερός στόχος για τους εχθρούς» β. «τὸ δὲ πάλαι φανερῶν τῶν πηγῶν οὐσῶν», Θουκ.) 2. φρ. «στα φανερά» και «ἐς [και εἰς]… … Dictionary of Greek
List of Greek phrases — List of Greek Phrases/ProverbsContents *Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω *See also NOTOC Αα (h)a ;Apolytonic|γεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω: Ageōmetrētos mēdeis eisitō .: Let no one without knowledge of geometry enter . Motto over the… … Wikipedia
Scheria — (ancient Greek polytonic|Σχερίη or polytonic|Σχερία), also Scherie or Phaeacia, was a region of land in the eastern Mediterranean in Greek mythology, first mentioned in Homer s Odyssey as the home of the Phaiakians and the last destination of… … Wikipedia
Ogygia — Odysseus and Calypso in the caves of Ogygia. Painting by Jan Brueghel the Elder (1568–1625) Ogygia (Greek: Ὠγυγίη or Ὠγυγία; Ogygiē/Ogygia), is an island mentioned in Homer s Odyssey, Book V, as the home of the nymph Calypso, the daughter of the … Wikipedia
явленно — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;} (φανερῶς) явно, открыто, ясно, очевидно … Словарь церковнославянского языка
явственне — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;} = нареч. (греч. φανερῶς) явно, открыто, (ῥητῶς) ясно … Словарь церковнославянского языка
ELISEUS vel ELIZEUS — ELISEUS, vel ELIZEUS propheta, Eliae discipulus, filii Saphat, duodecim miraculis inclitus, 1. Reg. c. 19. v. 16. et 19. Dei salus. vel Deus salvans, Eliae in prophetico munere successit; filium hospitae suae suscitavit: Naaman Syrum a lepra… … Hofmann J. Lexicon universale
έναντα — ἔναντα (Α) επίρρ. με γεν. ή δοτ. 1. απέναντι, αντίκρυ, κατά πρόσωπο («ἔναντα Ποσειδάωνος ἄνακτος ἵστατ Ἀπόλλων», Ομ. Ιλ.) 2. κατά τον Ησύχ. «φανερῶς» … Dictionary of Greek
εσχηματισμένως — ἐσχηματισμένως (ΑΜ) επίρρ. μσν. κρυφά, μυστικά («φανερῶς ἢ ἐσχηματισμένως») αρχ. 1. με συγκεκριμένη μορφή 2. με σχήμα, παραστατικά («ἐσχηματισμένως εἰρῆσθαι») 3. (για επιχείρημα) τεχνικά, εξεζητημένα 4. απατηλά, πλαστά. [ΕΤΥΜΟΛ. Επίρρ.… … Dictionary of Greek